Πολλοί ίσως θα θέλαμε η παιδική ηλικία να κρατά για πάντα, δυστυχώς όμως κανείς δεν μένει για πάντα νέος. Άλλωστε αυτή είναι και η φυσική εξέλιξη του ανθρώπου, να γεννιέται, να γίνεται παιδί, έφηβος, ενήλικας, γέρος. Και μπορεί το κουτσό, το σχοινάκι, οι βόλοι να ανήκουν πια στο μακρινό παρελθόν, το σίγουρο όμως είναι ότι οι αναμνήσεις που έχουμε από την παιδική ηλικία μας συνοδεύουν σε όλη μας τη ζωή.

Και όλοι έχουμε πολλές αναμνήσεις. Μεγάλωσα σε χωριό,οπότε τα πράγματα για μένα ήταν διαφορετικά απ’ό,τι ενός παιδιού που έζησε στην πόλη. Επαφή με την ύπαιθρο, με τη φύση, ελευθερία, παιχνίδια, γέλιο, ανέμελα χρόνια… Αλλά και τα παιδιά των πόλεων, σε σύγκριση με τα σημερινά, απολάμβαναν περισσότερη ελευθερία, περισσότερα παιχνίδια έξω, περισσότερη ανεμελιά.

klin aporrupantiko

Παιχνίδια δεν είχαμε, ή είχαμε ελάχιστα. Πάνινες ακαλαίσθητες κούκλες τα κορίτσια,σιδερένιους τροχούς που κυλούσαν με σύρμα τα αγόρια. Το απορρυπαντικό της εποχής, το ΚΛΙΝ, είχε πάντα μια έκπληξη, ένα μικρό παιχνιδάκι, που πλούτιζε τη συλλογή μας. Όμως την έλλειψη χειροπιαστών παιχνιδιών αναπλήρωναν τα ομαδικά παιχνίδια έξω στο δρόμο και τις αλάνες. Μακριά γαϊδούρα, κουτσό, κρυφτό, περνά-περνά η μέλισσα, αγαλματάκια, ένα λεπτό κρεμμύδι… Τα αγόρια, πέρα από το κατρακύλισμα του τροχού, που έκανε και ιδιαίτερο θόρυβο πάνω στο καλντερίμι, έπαιζαν με βόλους, με μπάλα ποδόσφαιρο, όταν βέβαια δεν καταγίνονταν με το προσφιλές τους σπορ να σημαδεύουν πουλάκια με αυτοσχέδιες σφεντόνες.

Όταν το απόγευμα μας έπιανε η πείνα, βρεγμένο ψωμί με ζάχαρη ή φέτα με λάδι και ρίγανη. Από το ημερήσιο σιτηρέσιο δεν έλειπε το χτυπητό αβγό, με τρεις κουταλιές ζάχαρη και μία κακάο, ώσπου να αφτατέψει. Το χτυπητό αβγό, μπορώ να πω, ήταν το υποκαταστάτατο του γλυκού,αφού οι τούρτες και η μεγάλη ποικιλία που βλέπουμε σήμερα σε ζαχαροπλαστεία και φούρνους, ήταν περιορισμένη και απλησίαστη για το μέσο βαλάντιο. Σε ειδικές περιπτώσεις η νοικοκυρά έκανε χαλβά σιμιγδαλένιο,συνήθως όταν τελείωνε κάποια γεωργική δουλειά, π.χ. το παστάλιασμα, ή καμιά πίτα γλυκιά τις Απόκριες.

Στο ραδιόφωνο κάθε πρωί ήταν η Ωρα του Παιδιού. Η Αντιγόνη Μεταξά, πιο γνωστή ως θεία Λένα, με τη βελούδινη φωνή της έλεγε παραμύθια ψυχαγωγώντας τα παιδιά. Κάποιοι είχαμε το view master, κορυφαίο παιδικό δώρο, όπου τοποθετούσαμε έναν χάρτινο δίσκο με φωτογραφίες και με το πάτημα ενός κουμπιού, μια ολόκληρη ιστορία ξεδιπλωνόταν μπροστά στα μάτια μας.

Η τηλεόραση φυσικά ήταν έννοια άγνωστη, αυτό όμως προσμετράται μάλλον στα συν, πρώτον γιατί η ακρόαση από το ραδιόφωνο επέτρεπε στη φαντασία να πλάθει εικόνες αντί να τις δίνει έτοιμες, και κατά δεύτερον, αξιοποιούσαμε τον ελεύθερο χρόνο μας διαβάζοντας βιβλία, αντί να είμαστε καθηλωμένοι μπρος στο λεγόμενο χαζοκούτι. Ευρέως διαδεδομένα ήταν το ΚΛΑΣΣΙΚΑ ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ. Τα περιοδικά αυτά αποτέλεσαν μέρος της πολιτιστικής ζωής του τόπου για περίπου δυο δεκαετίες (από το 1950 που πρωτοκυκλοφόρησαν στην Ελλάδα) και σύντροφο της παιδικής και νεανικής ηλικίας χιλιάδων Ελλήμων. Η προσφορά τους τεράστια. Μας έφεραν κοντά σε αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας δίνοντάς τα σε περιληπτική μορφή και με εικόνες.Οι Άθλιοι, Όλιβερ Τουίστ, Η Παναγία Των Παρισίων, Η καλύβα του μπαρμπα-Θωμά, Αδερφοί Καραμαζώφ, η ε λληνική μυθολογία… Ανταλλάσσονταν από χέρι σε χέρι και τα ρουφούσαμε στην κυριολεξία. Τα αγόρια διάβαζαν και άλλα περιοδικά, όπως ο Ταρζάν, ο Μικρός Ήρως, Ο Κάου μπόυ, ο Σεραφίνο.

Θρυλικό περιοδικό της εποχής ήταν το ΡΟΜΑΝΤΖΟ, που στη μεταπολεμική Ελλάδα έγινε το συνώνυμο του περιοδικού. Τότε που τα ψιλικατζίδικα στις πόλεις οναμάζονταν συλλήβδην ΕΒΓΑ, οι οδοντόκρεμες ΚΟΛΥΝΟΣ και τα περιοδικά όλα ΡΟΜΑΝΤΖΟ. Η ύλη του ήταν ποικίλη και απευθυνόταν σε όλη την οικογένεια. Περιπέτειες, αστυνομικά και αισθηματικά διηγήματα, στήλες ομορφιάς και νοικοκυριού, το ευθυμογράφημα του Τσιφόρου και φυσικά οι γελοιογραφίες, με χαρακτηριστικότερη αυτή του κόμματος των Βερελοφρόνων του Παυλίδη, όπως και ο Σπαγγοραμένος του Πολενάκη.

Άλλο πολύ διαδεδομένο περιοδικό ήταν ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ. Η γελοιογραφία που άφησε εποχή ήταν η Χοντρή του ΘΗΣΑΥΡΟΥ, μια κυρία πελωρίων διαστάσεων που καταπίεζε τον μικρικαμωμένο σύζυγό της Ζαχαρία. Η γελοιογραφία αυτή είχε αποκτήσει συμβολικό χαρακτήρα στη λαϊκή κουλτούρα, αποδίδοντας με γλαφυρότητα και χιούμορ τις διάφορες ευτράπελες καταστάσεις, σκέψεις και συναισθήματα που διέπουν τον έγγαμο βίο.

Στο καλλιτεχνικό στερέωμα κονταροχτυπιούνταν για τη δημοφιλία δυο ανερχόμενες σταρ, η Αλίκη Βουγιουκλάκη και η Τζένη Καρέζη. Στο μουσικό στερέωμα το δίπολο Μάνος Χατζηδάκις και Μίκης Θεοδωράκης. Και το ραδιόφωνο με τους δίσκους των 45 στροφών μετέφερε σε κάθε γωνιά της χώρας τις φωνές των ερμηνευτών του λεγόμενου ελαφρού τραγουδιού. Νίκος Γούναρης, Σώτος Παναγόπουλος, Φώτης Πολυμέρης, Δανάη, ιάννης Βογιατζής, Τζένη Βάνου…

Στο σχολείο καθόμασταν τρεις τρεις στα ξύλινα θρανία και αρχίζαμε την εκπαίδευση με το περίφημο Αλφαβητάριο. Λόλα, να ένα μήλο… Φτιάχναμε φυτολόγια, στα διαλείμματα τρέχαμε και παίζαμε στα χώματα της σχολικής αυλής και στο τέλος του σχολικού έτους είχαμε τις γυμναστικές επιδείξεις. Στην αρχή της χρονιάς «ντύναμε» τα τετράδια με μπλε κόλλα και στην ετικέτα γράφαμε με κεφαλαία γράμματα ΤΕΤΡΑΔΙΟΝ ΑΝΤΙΓΡΑΦΗΣ της μαθητρίας ΜΑΡΙΑΣ Ε.ΧΑΤΖΗΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ. Η αντιγραφή ήταν όμως το καθημερινό βάσανο, γιατί έπρεπε να αντιγράψουμε καλλιγραφικά μια παράγραφο από το αναγνωστικό με μελάνη και κοντυλοφόρο, πράγμα που ήταν ιδιαίτερα χρονοβόρο, έπρεπε να γίνει με μεγάλη προσοχή χωρίς η μελάνη να επεκταθεί και να λεκιάσει τα πάντα. Σε περίπτωση «ατυχήματος» υπήρχε το στυπόχαρτο, που όμως δεν ήταν και πολύ αποτελεσματικό.

Υποδιαίρεση της δραχμής ήταν τα λεπτά που κυκλοφορούσαν σε κέρματα τρύπια στη μέση των 5, 10 και 20 λεπτών. Παρά την μικρή ονομαστική τους αξία, είχαν μια αγοραστική αξία και γι’αυτό δεν τα περιφρονούσαμε. Με μια δεκάρα αγόραζες μια καραμέλα, αργότερα ως μαθήτρια γυμνασίου στην πόλη το μαθητικό εισιτήριο στο αστικό ήταν 60 λεπτά, δηλαδή έξι δεκάρες. Οι σπατάλες ήταν σπάνιες,σε κάθε σπίτι επικρατούσε πνεύμα οικονομίας και αποταμίευσης. Κάθε χρόνο στο σχολείο γράφαμε έκθεση με θέμα την αποταμίευση και η καλύτερη βραβευόταν από το Ταμιευτήριο με έναν σιδερένιο κουμπαρά.

Όταν τελειώναμε τη μελέτη, βγαίναμε έξω για παιχνίδι. Σπάνια οι γονείς μας ανησυχούσαν για το πού είμαστε, δεν έβγαιναν να μας ψάξουν, χτυπούσαμε, ματώναμε, κάναμε καρούμπαλα, αλλά καμιά ανησυχία, ήταν κάτι φυσιολογικό. Σε περίπτωση που ατακτούσαμε υπερβολικά, έπεφτε και ξύλο, γιατί ως γνωστόν, το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο. Ξύλο έπεφτε και από τους δασκάλους,και μάλιστα με τη βέργα,κι αυτό εντελώς φυσιολογικό τότε. Αλλά κανείς μας δεν είχε ψυχολογικά προβλήματα εξ αιτίας του ξύλου ή της επίπληξης ή και της διαπόμπευσης από τον δάσκαλο,ούτε οι γονείς διαμαρτύρονταν για την τακτική αυτή των δασκάλων. Αντιθέτως, οι νουνεχείς γονείς παρότρυναν το δάσκαλο να συνεχίσει την τακτική αυτή, γιατί ο ρόλος του σχολείου είνια και ηθικοπλαστικός και ο δάσκαλος είναι επιφορτισμένος με τη διαπαιδαγώγηση του παιδιού. Οι γονείς επίσης μας παρότρυναν να σεβόμαστε τους μεγαλύτερους,κυρίως τον νουνό,τον οποίο όποτε συναντούσαμε,του φιλούσαμε το χέρι. Το ίδιο κάναμε κάθε φορά που συναντούσαμε στο δρόμο τον παπά του χωριού, τρέχαμε να φιλήσουμε το χέρι.

Τα κορίτσια περνούσαμε δημιουργικά τον ελεύθερο χρόνο κεντώντας και ετοιμάζοντας την προίκα. Καμβάδες, εταμίνες, μουλινέδες δεν έλειπαν από κανένα σπίτι και συναγωνιζόμασταν ποια θα κάνει το ωραιότερο εργόχειρο με το πιο «γεμάτο» σχέδιο. Από μια ηλικία και μετά αρχίζαμε να φοράμε κολώνια, την 4711 ή την TOSCA, λεπτή νάιλον κάλτσα με ζαρτιέρες και… έτοιμες για τη βραδυνή βόλτα πάνω κάτω στην πλατεία…. Όμορφα χρόνια, ανέμελα, παρά τις στερήσεις και την ανέχεια. ΄Ημασταν όμως σχεδόν όλοι στο ίδιο επίπεδο και δεν είχαμε πολλά να ζηλέψει ο ένας από τον άλλο. Και μη ξεχνάμε, ήμασταν παιδιά…

Τα σημερινά όμως παιδιά μεγαλώνουν τελείως διαφορετικά. Είναι πλέον εγκλωβισμένα σε διαμερίσματα, δεν παίζουν σε αλάνες, είναι καθηλωμένα στην τηλεόραση, όταν δεν τα τρέχουν οι γονείς σε πάρα πολλές εξωσχολικές δραστηριότητες με αποτέλασμα να μη βρίσκονται πολλά μαζί και να εμποδίζεται η κοινωνικοποίησή τους, να μπλοκάρεται ο ψυχισμός τους. Εκφράζουν βέβαια τα συναισθήματα και τις ανάγκες τους καλύτερα από παλιά,μιλούν με σοφία και αντίληψη πέραν των προσδοκιών μας, τους λείπει όμως σε πολλές περιπτώσεις ο σεβασμός, παρουσιάζουν αντικοινωνική συμπεριφορά, εκδηλώνουν ασέβεια προς τους γονείς και τους άλλους ανθρώπους. Θα το παρατηρήσετε στο λεωφορείο, κανείς δεν πρόκειται να σας παραχωρήσει τη θέση του, για παράδειγμα…

Παιδί σίγουρα δεν μπορείς να μένεις για πάντα. Το να αισθάνεσαι όμως παιδί,μπορεί να συμβεί για πάντα.

10 thoughts on “Κάποτε ήμασταν παιδιά

  1. Γεια σου Μαρούλα, μια και επιστρέψαμε στο χθες. Οι μνήμες μας στριφογυρνούν μες το μυαλό μας αναζητώντας διέξοδο.Κάποιες φορές το κάνω και γω με τα στιχάκια μου. Πολύ καλή παρουσίαση του χθες μας. Μπράβο σου!!!!
    Θα περιμένω και άλλα άρθρα σου.
    ΥΓ. Υπήρχε και η φράση:Που σε βρήκανε στο ΚΛΙΝ.

  2. Μαράκι μου γλυκό χαιρετώ την σελίδα σου χαίρομαι για σένα για την ωραία πένα σου .Με γύρισες χρόνια πίσω!Φτωχικα αλλά ευτυχισμένα!

    1. Σου τα θύμισα , ε; Πόσες φορές ανατρέχω στα παλιά… Γεράματα…

  3. Α ρε Μαρούλα τι μας κάνεις..μας πας 50 τόσα χρόνια πίσω..όμορφο ταξίδι στο παρελθόν..θα το απολαύσω με οδηγό εσένα και όχημα τον χρόνο!! Σ ευχαριστώ!!

  4. Μπράβο Μαρούλα!!! ταλέντο. υπέροχο κειμενο , μας θύμισες τα παιδικά μας φτωχικά αλλά ανέμελα χρόνια.. Αντε προχώρα και λίγο πιο πάνω να φτάσουμε στα γυμνασιακά μας!!!

  5. Πολυ ωραίο το κείμενο Μαρουλα μου !!
    Όμορφα χρόνια, μια άλλη Ελλάδα!
    Έβλεπα τα επεισόδια στη Θεσσαλονικη και αναρρωτιομουν τις παραστάσεις που εχει ένα παιδι σήμερα.
    Καμμια σχέση μ’αυτά που περιγράφεις!
    Περιμενουμε το επόμενο !

  6. Μαρούλα μου είναι όλα όσα έζησα κι εγώ σαν παιδί!! Όμως λείπει κατι:Η ΓΙΑΓΙΆ Ο ΠΑΠΠΟΎΣ για όσους τους είχαν. Για μένα η ηλικία αυτή είναι συνυφασμένη μ’αυτουςτους δύο ανθρώπους!!!! Σ’ ευχαριστώ που με ταξίδεψες!!!

    1. Έχεις δίκιο, εγώ δεν γνώρισα παππούδες, αλλά γιαγιά υπήρχε πάντα στο σπίτι, αυτή μας μεγάλωσε και την σκέφτομαι με πολλή αγάπη. Σε επόμενες ιστορίες θα αναφερθεί και αυτή.

Comments are now closed.