Αρχές της δικτατορίας και αντιστασιακές πράξεις, εξορίες, εκτοπίσεις, βασανιστήρια ήταν στην πρώτη διάταξη. Ε, να μη μπει και η αφεντιά μου στη χορεία των αντιστασιακών;
Μικρό παιδί, λοιπόν, στο χωριό ακόμη, και ένα βράδυ ακούω κάτω από το παράθυρό μου μια ομάδα νεαρών να τραγουδάει Μίκη Θεοδωράκη! Αυτό από μόνο του ήταν μια πράξη αντίστασης, γιατί, ως γνωστόν, τα τραγούδια του εν λόγω συνθέτη ήταν απαγορευμένα δια ροπάλου. Συνιστούσε παράπτωμα και μόνο να τα ακούς, πόσο μάλλον να τα τραγουδάς.
Την άλλη μέρα βρεθήκαμε με τη φίλη και συμμαθήτριά μου, Γιώτα, που έμενε απέναντι από το σπίτι μας και αναφερθήκαμε στο γεγονός, γιατί κι εκείνη υπήρξε αυτήκοος μάρτυς. Τι ήταν να σχολιάσουμε το θέμα αυτό… Εδώ είναι αυτό που λέμε: και οι τοίχοι έχουν αυτιά. Μέχρι το απόγευμα είχε καταφτάσει από το διπλανό χωριό, που διέθετε Αστυνομικό Τμήμα, ολόκληρο περιπολικό με δυο τρεις χωροφύλακες! Εγκληματίες να ήμασταν, δεν θα υπήρχε τόση και τέτοια άμεση κινητοποίηση!Απίστευτο και όμως αληθινό!
Κατευθύνονται πρώτα στο σπίτι της Γιώτας, έτυχε να είναι εκεί, και αρχίζει η ανάκριση: τι ώρα άκουσες τα τραγούδια, ποιοι ήταν αυτοί που τα έλεγαν, άκουσες να λένε κάτι εναντίον του καθεστώτος κλπ κλπ. Η Γιώτα φοβήθηκε πολύ, για την ακρίβεια τρομοκρατήθηκε, όπως μου ομολόγησε αργότερα, αλλά φυσικά δεν είπε κάτι παραπάνω από αυτό που έπεσε στην αντίληψή της: ότι κάποιοι όντως τραγουδούσαν, αλλά δεν σηκώθηκε από το κρεβάτι να δει ποιοι ήταν.
Στη συνέχεια οι χωροφύλακες άρχισαν να ψάχνουν εμένα, γιατί δεν ήμουν στο σπίτι (σιγά που θα ήμουν, για όσους με ξέρουν, αυτό είναι λιγάκι παράξενο…), έτσι με αναζήτησαν μέσω του πατέρα μου, που εκείνη την εποχή ήταν πρόεδρος του χωριού. Όταν με βρήκαν, πήγαμε στην κοινότητα, προφανώς για να δοθεί περισσότερη επισημότητα και σοβαρότητα και άρχισε πάλι η ανάκριση, αλλά αυτή τη φορά επιστρατεύοντας τα γνωστά «κόλπα»: η φίλη σου ομολόγησε τα άτομα, εσύ γιατί τα κρύβεις; η φίλη σου είπε ακόμη ότι αυτοί οι νεαροί είχαν στα χέρια τους μπογιά και έγραφαν αντικαθεστωτικά συνθήματα στους τοίχους (όντως, είχαν βρεθεί και τέτοια συνθήματα), έλα, μη φοβάσαι, πες κι εσύ ό,τι ξέρεις, γιατί αλλιώς θα βρεις το μπελά σου.
Τώρα, να πω ότι δεν φοβήθηκα, θα πω ψέματα. Έτρεμα σαν το φύλλο, δεν είχα δει πρόσωπα-ευτυχώς-γιατί δεν ξέρω αν είχα τη στόφα της Ηρούς Κωνσταντοπούλου και πόσο θα μπορούσα να κρατήσω το στόμα μου κλειστό…
Ακολουθεί το τρίτο στάδιο ανάκρισης, κατ’ αντιπαράσταση τώρα, αφού κλήθηκε και η Γιώτα στην κοινότητα. Δεν πέσαμε σε αντιφάσεις, ήμασταν ειλικρινείς, και ο αρχικός φόβος άρχισε σταδιακά να υποχωρεί. Έτσι και οι δυο επιμέναμε στην αρχική μας «κατάθεση»: Δεν ξέρουμε, δεν είδαμε, μόνο ακούσαμε, τι έπρεπε δηλαδή, να βουλώσουμε και τα αυτιά μας, είπαμε κάποια στιγμή σε μια έκρηξη θράσους και ίσως και αγανάκτησης.
Έφυγαν φανερά απογοητευμένοι, ήταν σίγουροι ότι θα έπιαναν «λαγό», αλλά δεν τους βγήκε… Εκείνος όμως που τα άκουσε ήταν ο πατέρας μου, που ως πρόεδρος ήταν τα μάτια και τα αυτιά της εξουσίας και δεν έπρεπε να συμβαίνουν τέτοιες πράξεις στην περιοχή ευθύνης του. (Ύστερα από ένα μήνα περίπου καθαιρέθηκαν όλοι οι αιρετοί πρόεδροι και δήμαρχοι της επικράτειας και αντικαταστάθηκαν από δοτούς, φίλα προσκείμενους στο καθεστώς).
Την επόμενη μέρα οι μετοχές μας είχα ανέβει πολύ. Είχαμε να διηγούμαστε στις συμμαθήτριές μας την …αντιστασιακή μας πράξη και το ότι, παρά τα «βασανιστήρια» και τις απειλές σταθήκαμε στο ύψος των περιστάσεων και δεν δώσαμε ονόματα. Η Deutsche Welle που ακούγαμε κρυφά στα σπίτια μας έκανε καλά τη δουλειά της…