Η Λαμπρινή δεν ήταν από τα παιδιά που τα πρόσεχες από την πρώτη στιγμή. Ήταν ένα κοντό και αδιάφορο κοριτσάκι, χαμηλού προφίλ,με καστανά μαλλιά και ντροπαλό βλέμμα. Καθόλου ανοιχτή στην επικοινωνία με τις συμμαθήτριες, πάντα μαζεμένη, μονήρης. Ακόμη και στα διαλείμματα τριγύριζε στην αυλή μόνη, κρατώντας ένα βιβλίο στο χέρι και διαβάζοντας το μάθημα της επόμενης ώρας.

Σαν μαθήτρια ήταν μελετηρή, επιμελής, έλεγε πάντα μάθημα όταν τη σήκωναν οι καθηγητές στην έδρα, όπως συνηθιζόταν τότε, έγραφε καλά και στα πρόχειρα διαγωνίσματα. Χωρίς να διεκδικεί αριστεία και βραβεία, ήταν από τα καλά και ήσυχα παιδιά της τάξης.

Μέσα σε μια τάξη 35 συμμαθητριών, ούτε κι εγώ θα την πρόσεχα ιδιαίτερα, αν δεν έβλεπα τη στάση της κατά τη διάρκεια της πρωινής προσευχής. Καθόταν στο τέλος της γραμμής με σκυμμένο το κεφάλι και τα χέρια δεμένα μπροστά χωρίς να κάνει το σταυρό της, όταν όλες οι υπόλοιπες με το «Άγιος ο Θεός…» ή με το «Δι’ευχών…» σταυροκοπιόμασταν. Αυτό είναι αλήθεια ότι την πρώτη φορά που το είδα δεν με παραξένεψε, το απέδωσα σε αδιαφορία ή αφηρημάδα της. Όταν το παρατήρησα ξανά και ξανά, κατάλαβα ότι κάτι άλλο συνέβαινε με το κορίτσι αυτό. Τις υποψίες μου ήρθε να επιβεβαιώσει και μια, ας την πω διαμάχη, με τη θεολόγο, σε θέματα δογματικά, κυρίως σε ό,τι αφορά στην Αγία Τριάδα, την οποία η Λαμπρινή δεν αποδεχόταν. Έτσι πληροφορήθηκα ότι η συμμαθήτριά μας δεν ανήκε στους κόλπους της εκκλησίας μας, αλλά σε μια αίρεση, των Μαρτύρων του Ιεχωβά.

Οι γνώσεις μου περί τα θρησκευτικά δεν ήταν εμπεριστατωμένες, παρ’όλο που κάθε Κυριακή πήγαινα στο κατηχητικό, ήξερα όμως ότι οι πιστοί Χριστιανοί πρέπει να εχθρεύονται τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και οι τελευταίοι έκαναν – και εξακολουθούν να κάνουν – προσηλυτισμό.

Η Λαμπρινή,όμως, αν εξαιρέσουμε αυτόν τον διαπληκτισμό που είχε με την αυστηρή θεολόγο, δεν είχε δώσει άλλα δείγματα μαχητικότητας ούτε έκανε ποτέ κάποια προσπάθεια να μας προσηλυτίσει.

Λίγες μέρες αργότερα από το συμβάν στην τάξη κι αφού τελείωσε η δεύτερη ώρα του μαθήματος, αντιληφτήκαμε ότι το διάλειμμα τραβούσε σε μάκρος. Στην αυλή δεν ήταν ούτε οι επιτηρητές καθηγητές και σε ερώτησή μας στον επιστάτη τι συμβαίνει, μας πληροφόρησε ότι οι καθηγητές συνεδριάζουν για να αποφασίσουν για μια Μάρτυρα του Ιεχωβά.

Φυσικά όλες καταλάβαμε ότι επρόκειτο για τη Λαμπρινή, την οποία αναζητήσαμε, αλλά δεν την είδαμε, βρισκόταν ήδη από ώρα στο γραφείο των καθηγητών. Η συνεδρίαση κράτησε ώρες. Με την παιδική αφέλεια που μας χαρακτήριζε, χαιρόμασταν που χάσαμε τα μαθήματα, δεν μπορούσαμε όμως να φανταστούμε ότι εκείνες τις ώρες διακυβευόταν το μέλλον της συμμαθήτριάς μας.

Λίγο πριν το σχόλασμα, χτύπησε το κουδούνι και αντί να μπούμε στις αίθουσες, μας είπαν να μαζευτούμε σε γραμμές. Άρχισαν να βγαίνουν ένας ένας οι καθηγητές σοβαροί, σκεφτικοί και στο τέλος η γυμνασιάρχις, μια ηλικιωμένη κοντόχοντρη γυναίκα, κρατώντας στα χέρια της ένα χαρτί. Με πολύ επίσημο ύφος διάβασε την απόφαση της συνεδρίασης των σοφών καθηγητών:

«Ο Σύλλογος των Διδασκόντων του σχολείου, αφού άκουσε με πολλή προσοχή την απολογία της μαθήτριας της Γ΄Γυμνασίου Λαμπρινής Σ . κι επειδή η εν λόγω μαθήτρια δεν συνεμορφώθη προς τας υποδείξεις ούτε έδειξε μεταμέλεια, αντιθέτως παραμένει πιστή στο δόγμα που πρεσβεύει, σύμφωνα με το νόμο, ΑΠΟΒΑΛΛΕΤΑΙ δια παντός από όλα τα σχολεία του νομού»!

Η απόφαση έπεσε σαν κεραυνός! Ένα ααα!από τα στόματα όλων, σιγανό, αλλά όλο έκπληξη, ήταν η πρώτη μας αντίδραση. Όλες οι μαθήτριες κοιταζόμασταν με ανάμεικτα συναισθήματα : θλίψη για το καημένο το κορίτσι, οργή, αγανάκτηση και αποτροπιασμό για την απόλυτη αυτή τιμωρία, μια τιμωρία που επιβαλλόταν όχι για παραβίαση κανόνων ποινικού δικαίου, αλλά ήταν ένας απηνής διωγμός για τις θρησκευτικές πεποιθήσεις! Και το διάταγμα των Μεδιολάνων περί ανεξιθρησκίας, που υπογράφτηκε δεκαέξι αιώνες πριν και το οποίο μας δίδασκαν, πάει περίπατο;

Δεν ήταν πολύ μακριά η εποχή που ο σπουδαίος επιστήμονας που έθεσε τις βάσεις για τους σύγχρονους υπολογιστές και ξεκλείδωσε τους κωδικούς των ασυρμάτων των Γερμανών (enigma) κατά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, o Άλαν Τιούριγκ, φυλακίστηκε για τις σεξουαλικές του προτιμήσεις και αργότερα, ψυχικό ράκος ,αυτοκτόνησε. Δεν ήταν επίσης μακριά η εποχή που η Ελλάδα δίωκε και εξόριζε τα μέλη της για τις πολιτικές τους ιδέες. Και τώρα για τις θρησκευτικές, σαν να ζούσαμε στο Μεσαίωνα… Το ότι έβαζαν έναν φραγμό στο μέλλον της Λαμπρινής, το ότι την καταδίκαζαν να μη συνεχίσει τη μόρφωσή της και ίσως να αλλάξει τελείως πορεία στη ζωή της, δεν ξέρω πόσοι από τους πεφωτισμένους δασκάλους το σκέφτηκαν ή πόσο ο τότε νόμος τους επέτρεπε να προσπεράσουν το γεγονός της «αιρετικής» μαθήτριας, που δεν έβλαψε κανέναν, δεν προσηλύτισε, αντιθέτως ήταν ένας αμνός του Θεού.

Η Λαμπρινή, αφού άκουσε την καταδίκη της, με δάκρυα στα μάτια, αλλά με όρθιο το κοντό της ανάστημα – πρώτη φορά την έβλεπα τόσο «ψηλή»- μπήκε μαζί μας στην τάξη, πήρε την τσάντα της και σιωπηλά, με ένα μόνο νεύμα,μας αποχαιρέτησε, για να αλλάξει άρδην προορισμό και πορεία στη ζωή της.